Φωτεινού, Δέσποινα.

Το ζεϊμπέκικο της άνοιξης : διηγήματα / Δέσποινα Φωτεινού. - Αθήνα : Δωρικός, [19--;] - 91 σ. ; 22 εκ.

Από το Βούρλα η καταγωγή μου. Λιμενεργάτης ο πατέρας μου, τριάντα πέντε χρόνια στο λιμάνι. Από πιτσιρικάς που τον θυμάμαι όλο δουλειά, δουλειά. Παπούτσια δεν αγόραζε, πίστεψέ με, αλήθεια στο λέω. Ξυπόλητος πήγαινε για να μας ζήσει. Σε ένα δωμάτιο μέναμε, κρεβάτια, κρεβάτια, τραπέζι και μια παλιοντουλάπα. Οργανωμένος ο γέρος μου.
Σαν αργούσε το βράδυ να γυρίσει σπίτι τη μάνα μας τη ζώνανε τα φίδια. Κι ένα βράδυ άργησε πολύ. Η πόρτα χτύπησε, η ασφάλεια ήρθε για έρευνα. Τον είχανε πιάσει. Κάναν το σπίτι μαντάρα. Μέσα στο συρτάρι της ντουλάπας είχε "Ριζοσπάστη". Απ' τη μανία τους που τίποτα δε βρήκανε στοιχείο, τα μάτια τους φωτιά από τη λύσσα, δεν τον είδαν, μόνο εμείς τον βλέπαμε κι η καρδιά μας στις φτέρνες μας πήγε. Το θυμάμαι σα νάναι τώρα.
Από μικροί στη βιοπάλη βγήκαμε, σφαλιάρες απανωτές φάγαμε απ' τη ζωή. Όχι πως παραπονούμαι, μα πολύ μπαμπέσικα μας φέρθηκε. Ούτε ένα χαμόγελο μωρέ δε μας έσκασε.
Εχτέλεσαν μαζί με άλλους πατριώτες, τον αδερφό μου, παιδί αμούστακο. Θανατικό και πείνα, κρατητήρια, άστα να πάνε. Γι' αυτό σου λέω, πολύ μπαμπέσικα μας φέρθηκε.
Τι να σου πρωτοπώ από τα βάσανά μας. Από πού να πιάσω και από πού ν' αφήσω. Εσείς οι νέοι δεν κάνει να χολοσκάτε. Ζήστε μωρέ, σπουδάστε, φάτε, ντυθείτε, και τα πρωινά κοιτάτε τον ήλιο. Στα μάτια να τον κοιτάτε μωρέ, στα μάτια.


Διηγήματα, Νεοελληνικά.

889.3
Koha δημιουργία
Koha by